Να πω πως μοιάζεις με καλοκαιριά;
Μα ’σύ ’σαι πιο γλυκιά και μετρημένη.
Τ’ άνθια του Μάη οι ανέμοι σα θεριά
δέρνουν. Το θέρος γρήγορα πεθαίνει.
Βάνει φωτιές ο ήλιος το πρωινό
και άλλοτε η χρυσή του ειδή χλωμιάζει
-κάποτ’ η τύχη αστόλιστο, φτηνό
κάνει να δείχνει αυτό που όμορφο μοιάζει.
Μα εντός σου ο ήλιος μέρα-νύχτα καίει
κι ούτ’ ίχνος η ομορφιά σου δεν ξεφτίζει,
κι ο θάνατος δε θα ’χει να το λέει
στα σκότη του πως ζεις και πως σ’ ορίζει.
Όσον ο κόσμος βλέπει κι ανασαίνει
θα ζει το ποίημα αυτό, να σ’ ανασταίνει.
Pašlaik nav neviena komentāra
Atstāj komentāru, un uzsāc diskusiju!